άρθρο του Αντώνη Σαουλίδη, μέλους Πολ. Γραφείου ΠΑ.ΣΟ.Κ – Κίνημα Αλλαγής στην Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η Δ.Ε.Θ πέρασε, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός βρήκαν το βήμα για νέες εξαγγελίες, παρουσιάστηκε σειρά έργων και υποδομών για τη Θεσσαλονίκη αλλά μέχρι στιγμής οι μόνοι που έχουν «πιάσει φωτιά» και εργάζονται υπερωριακά είναι οι γραφίστες του κυβερνητικού επιτελείου. Οφείλουμε όλοι να παραδεχθούμε πως οι φωτορεαλιστικές απεικονίσεις – αυτό που παλιότερα θα λέγαμε «μακέτες» για την Θεσσαλονίκη έχουν βελτιωθεί τόσο πολύ που αν τις αθροίσουμε μπορούμε να κατασκευάσουμε μια υψηλού επιπέδου εικονική πραγματικότητα.
Το έργο αυτό είναι χιλιοπαιγμένο και πλέον δεν πείθει κανέναν. Όσες επισκέψεις υπουργών και πρωθυπουργού και αν δούμε στην πόλη μας, η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Το πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης πνίγεται με τα πρώτα μπουρίνια καθώς τα αντιπλημμυρικά έργα αγνοούνται, οι συγκοινωνίες καρκινοβατούν με έναν μονίμως ανεπαρκή ΟΑΣΘ και όλες οι μεγάλες υποδομές προγραμματίζονται για το μέλλον. Οι μετακινήσεις είναι σχεδόν αδύνατες και οι ώρες αιχμής έχουν γίνει συντριπτικά περισσότερες από ό,τι προ ετών – το αέναο μποτιλιάρισμα είναι πλέον κανόνας. Συνθήκη στην οποία χάνονται πολύτιμες εργατοώρες, καύσιμα και επιβαρύνεται η ατμόσφαιρα.
Η συζήτηση για την ολοκλήρωση του Μετρό έχει αφαιρέσει από το τραπέζι του δημοσίου διαλόγου κάθε άλλη σκέψη για εναλλακτικά μέσα σταθερής τροχιάς. Και όμως η δυτική Θεσσαλονίκη θα δει Μετρό μετά από δεκαετίες ενώ θα μπορούσε να προχωρήσει ο δυτικός προαστιακός ή το τραμ – έργα φθηνότερα και πολύ πιο εύκολα στην κατασκευή. Η σύνδεση του αεροδρομίου της πόλης παραμένει ζητούμενο και κανείς δεν είναι σε θέση να δώσει ένα χρονοδιάγραμμα. Τι λέμε δηλαδή στους κατοίκους της δυτικής πλευράς; Τι λέμε στον νεανικότερο πληθυσμό της χώρας που διαμένει εκεί; Υπομονή, ακινησία ή αυτοκίνηση…
Η Θεσσαλονίκη όμως υστερεί και σε άλλους τομείς. Δείτε για παράδειγμα τις υποδομές του Εθνικού Συστήματος Υγείας, την υποστελέχωση των νοσοκομείων, τους χρόνους αναμονής των ασθενών. Ακόμα και η παγκόσμια περιπέτεια της πανδημίας δεν κατάφερε να αλλάξει ρότα στις κυβερνητικές πολιτικές. Οι σκληροί αριθμοί της πανδημίας για τη Θεσσαλονίκη είναι απολύτως ενδεικτικοί της κατάστασης. Είναι σαν να έχουμε αποδεχθεί μεγάλο ποσοστό θανάτων που ενδεχομένως μέρος των οποίων θα μπορούσε να αποφευχθεί εάν στηρίζαμε το Ε.Σ.Υ και τους ανθρώπους τους. Αντί αυτού παρουσιάζονται σχέδια για νέα νοσοκομεία – θετικό και όλοι προσυπογράφουμε αυτήν την εξέλιξη – χωρίς όμως χρονοδιαγράμματα, χωρίς εξασφαλισμένους πόρους, χωρίς να έχει διευθετηθεί καμία χωροταξική, συγκοινωνιακή, πολεοδομική παράμετρος.
Σε ό,τι αφορά το πράσινο, την ποιότητα ζωής και τον δημόσιο χώρο – και εδώ η πανδημία ανέδειξε την ανάγκη νέων πιο ριζοσπαστικών και πιο φιλόδοξων προσεγγίσεων. Έχοντας μια πόλη με κακή αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο και αντιλαμβανόμενοι την κομβική σημασία του δημοσίου χώρου – και λόγω της πανδημίας – θα έπρεπε με διαδικασίες fast track να προχωρήσουμε στην αξιοποίηση όλων των ανενεργών στρατοπέδων εντός αστικού ιστού για τη δημιουργία μητροπολιτικής κλίμακας πάρκων, με πολύ πράσινο και κοινωνικές χρήσεις. Αντ’ αυτού ένα και μόνο ανάλογο έργο – μετά από δεκαετίες καθυστερήσεων φαίνεται να προχωρά και αυτό είναι το Μητροπολιτικό Πάρκο Παύλου Μελά τη στιγμή που υπάρχει πληθώρα άλλων στρατοπέδων.
Η αλλαγή της πραγματικότητας περνά μέσα από την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Η προοδευτική παράταξη, το ΠΑ.ΣΟ.Κ, έχει αποδείξει στην πράξη ότι είναι η παράταξη των μεγάλων έργων και των υπερβάσεων. Έχει αποδείξει ότι μπορεί να θέσει μεγάλους στόχους που μπορούν να ενισχύσουν την Θεσσαλονίκη, μπορούν να ενισχύσουν τη Μακεδονία. Η κατανομή των πόρων που γίνεται εδώ και πολλά χρόνια από ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ και Νέα Δημοκρατία αλλά και οι προτεραιότητές τους σχετικά με τη Θεσσαλονίκη δεν εμπεριέχουν τίποτε το νέο και ελπιδοφόρο. Χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ μία άλλη ματιά, μια άλλη προοπτική – με σχέδιο και βούληση.