άρθρο του Αντώνη Σαουλίδη, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου ΠΑ.ΣΟ.Κ – Κινήματος Αλλαγής
Πολλές φορές στην προσπάθειά μας να αναδείξουμε την υστέρηση του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης εστιάζουμε στα προβλήματα που αντιμετωπίζει, στην ανεπάρκεια των υποδομών της, στην ανύπαρκτη δημόσια συγκοινωνία, στην καχεκτική τοπική οικονομία και στην αδυναμία αξιοποίησης των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων. Αυτή η προσέγγιση είναι απολύτως αναμενόμενη, λογική και δίκαιη καθώς έχουμε μείνει στάσιμοι εδώ και πολλά χρόνια παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις της κυβέρνησης. Διακηρύξεις που συνοδεύονται μονίμως από υποσχέσεις, μακέτες, χρηματοδοτήσεις σε πληθωριστικό βαθμό χωρίς όμως να ακολουθούνται από εργοτάξια και κάποια ορατή πρόοδο έργων.
Ένα σχόλιο για την ιστορία που πρέπει γίνει είναι πως αν κάποιος ανατρέξει στο Master Plan της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ του 2010 και το συγκρίνει τα αποτελέσματα των πολιτικών Νέας Δημοκρατίας και ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ στο πολεοδομικό μας συγκρότημα θα κυριευθεί από κατάθλιψη και στενοχώρια. Δεν είναι μόνον οι ακυρώσεις, δεν είναι μόνον οι χρονοτριβές και οι εκπτώσεις – χειρότερο όλων είναι η απουσία οποιουδήποτε συνεκτικού σχεδίου για τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας και η επιλογή επιμέρους διευθετήσεων σε οτιδήποτε ωριμάζει και προχωρά. Αυτό βέβαια σύντομα ή λιγότερο σύντομα θα μας οδηγήσει σε μια άναρχη ανάπτυξη χωρίς προβλεπτικότητα και χωρίς κάποιο ενιαία αντίληψη που να απαντά στις προκλήσεις του 21ουαιώνα. Η λογική του «έργα να ‘ναι και ό,τι να ναι» υπηρετεί μόνο τον εκλογικό κύκλο και τις επικοινωνιακές ανάγκες της κυβέρνησης – σίγουρα όχι της Θεσσαλονίκης.
Η διαχείριση των απορριμμάτων, ο ψηφιακός και ο ενεργειακός μετασχηματισμός, η προετοιμασία ζωνών υποδοχής της νέας επιχειρηματικότητας, η αποφυγή της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού και η ενδυνάμωση και άλλων μορφών επιχειρηματικότητας, η διασύνδεση με νέες αγορές στο εξωτερικό, η μετατροπή της Θεσσαλονίκης σε εκπαιδευτικό κόμβο της Νοτιανατολικής Ευρώπης είναι ζητήματα που όχι μόνο δεν αγγίζει η κυβέρνηση αλλά δεν προχωρά ούτε σε έναν οργανωμένο δημόσιο διάλογο. Δεν προετοιμάζει ούτε σε θεωρητικό επίπεδο ένα πλάνο παρεμβάσεων και ένα πλαίσιο δράσης που αν μη τι άλλο θα ωρίμαζε τις συνθήκες.
Κλείνοντας, αν γινόταν αντιληπτό πως η νέα γεωγραφία των Βαλκανίων δημιουργεί σοβαρές προϋποθέσεις για την ανάδειξή της Θεσσαλονίκης σε περιφερειακή μητρόπολη στον χώρο της ΝΑ Ευρώπης ενώ η Αθήνα δύσκολα μπορεί να κερδίσει θέσεις στην ευρωπαϊκή ιεραρχία πόλεων και να αποσπάσει λειτουργίες από άλλες μητροπόλεις, ακόμη και από αυτές τις νότιας Ευρώπης, η Πολιτεία θα ανάτρεπε άρδην τον αθηνοκεντρισμό και θα επένδυε σοβαρά σε αυτήν την προοπτική. Μια προοπτική που έχει πέρα από οικονομική και αμιγώς εθνική σημασία. Για μια άλλη όμως κατανομή των εθνικών πόρων και την επανιεράρχηση στόχων και προτεραιοτήτων πρέπει να ισχυροποιηθεί το ΠΑ.ΣΟ.Κ καθώς είναι το μόνο ιστορικά κόμμα που μέσα από σειρά δημόσιων πολιτικών του ενδιαφέρθηκε για την περιφέρεια, μεταρρύθμισε την αυτοδιοίκηση, επένδυσε σε υποδομές εκτός Αθηνών. Νέα Δημοκρατία και ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ έχουν διαμορφώσει έναν χαμηλών προσδοκιών δικομματισμό που δεν μπορεί να δει τις εθνικής και ιστορικής σημασίας προκλήσεις παρά μόνο ανατροφοδοτούν έναν τοξικό και αντιπαραγωγικό κομματικό ανταγωνισμό. Η διέξοδος από αυτό το αδιέξοδο είναι μία.
Δείτε το Master Plan του 2010 και θα το καταλάβετε.