άρθρο του Αντώνη Σαουλίδη, μέλους της Πολιτικής Επιτροπής του ΠΑ.ΣΟ.Κ – Κινήματος Αλλαγής στην εφημερίδα ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δυνατή Θεσσαλονίκη θα σήμαινε δυνατή Μακεδονία, δυνατή Βόρεια Ελλάδα και δυνατή περιφέρεια. Μια επιθυμητή ισόρροπη γεωγραφική ανάπτυξη θα ήταν ευκταία – αυτή όμως η σκέψη δυστυχώς φαντάζει ανεκπλήρωτή ευχή καθώς εδώ και πολλά χρόνια συγκεκριμένες επιλογές έχουν διαμορφώσει μια εντελώς ετεροβαρή πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα όπου το εθνικό κέντρο συγκεντρώνει τα πάντα – πόρους, υποδομές, επιχειρηματικότητα, πληθυσμό σε τέτοιο σημείο που καθίσταται δομικό πρόβλημα εθνικής σημασίας. Και είναι εθνικής σημασίας πρόβλημα διότι υπονομεύει την αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας, αποψιλώνεται πληθυσμιακά η περιφέρεια, νεκρώνουν ολόκληρες περιοχές καθώς οι κάτοικοι που παραμένουν είναι συνήθως ανενεργοί οικονομικά και μεγάλης ηλικίας, απαξιώνεται κεφάλαιο ( γη, κτιριακό απόθεμα κ.ο.κ) και οι όποιες ευκαιρίες αναδεικνύονται ή τα όποια συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε περιοχής θάβονται κάτω από τόνους αδιαφορίας.
Και αν αυτό μπορούμε να το υποστηρίξουμε με ασφάλεια για την Θεσσαλονίκη και την Κεντρική Μακεδονία που έχουν πασιφανή πλεονεκτήματα, τεράστιες και πανθομολογούμενες προοπτικές, σύμμαχό τους τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τη γεωγραφία, χαμηλό ακόμη ανταγωνισμό πόλεων και αυξημένο ειδικό βάρος ενόψει ανακατατάξεων στο παγκόσμιο και περιφερειακό σύστημα ασφαλείας, φανταστείτε ποια η μοίρα άλλων περιοχών όπως η Θράκη ή η Δυτική Μακεδονία.
Στις ερχόμενες εθνικές εκλογές πρέπει να ειπωθούν μερικά πράγματα με το όνομά τους. Δεν αντέχει η χώρα και η πέραν της Αττικής Ελλάδα άλλες χαμένες ευκαιρίες. Η προσπάθεια αντιστροφής της καθοδικής πορείας πρέπει να είναι συντεταγμένη και περνά μόνο μέσα από μια άλλη κατανομή των εθνικών πόρων, από άλλες προτεραιότητες και άλλη ιεράρχηση στόχων.
Για την δική μας περιοχή, το πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης αυτή η δεκαετία είναι καθοριστικής σημασίας. Μετράμε ήδη από το 2008 δεκαπέντε χρόνια καχεξίας και σε αυτά πρέπει να συνυπολογίσουμε την καθοδική τάση της περιοχής τουλάχιστον μια πενταετία πριν. Ο στόχος σήμερα θα έπρεπε να είναι διττός – ολοκλήρωση μεγάλων έργων υποδομής και ταυτόχρονη διεκδίκηση πολλών λειτουργιών από τον ανταγωνισμό των πόλεων. Επενδύσεις, εγκατάσταση εταιρειών, ανάπτυξη πολλών και διαφορετικών ειδών επιχειρηματικότητας, εξωστρέφεια, στήριξη της εξαγωγικής προσπάθειας των ελληνικών επιχειρήσεων και αξιοποίηση ορισμένων τουλάχιστον πλεονεκτημάτων της περιοχής.
Αυτά δεν είναι λέξεις στο χαρτί αλλά προϋποθέτουν μεγάλες παρεμβάσεις χωροτακτικές, πολεοδομικές, επένδυση στα δίκτυα, σε μεγάλες αναπλάσεις του δημοσίου χώρου. Κρατείστε τα εξής δύο παραδείγματα : στην Αθήνα κάθε χρόνο προστίθεται ένα μετρό Θεσσαλονίκης και η ανάπλαση των παραλιακών μετώπων της της Αττικής προχωρούν – αργά ή γρήγορα- αλλά της Κεντρικής Μακεδονίας βρισκόμαστε ακόμη σε στάδιο εμβρυακό, σε στάδιο συζητήσεων. Γιατί αν θέλουμε να μιλάμε για έργα – υποδομές – επενδύσεις και αναπλάσεις που αλλάζουν την αναπτυξιακή πορεία ενός τόπου, τότε πρέπει να μιλήσουμε για τέτοιας κλίμακας έργα.
Την ίδια στιγμή όμως που γράφονται αυτές οι γραμμές ο κάτοικος της δυτικής Θεσσαλονίκης δεν μπορεί να φτάσει στο κέντρο της πόλης εάν δεν έχει αυτοκίνητο ή αν δεν περιμένει στη στάση του ΟΑΣΘ τουλάχιστον 25 λεπτά. Δεν έχει πάρκα για αυτόν και την οικογένειά του ενώ ο της Καλαμαριάς βλέπει να χτίζονται χαρακτηρισμένοι κοινωφελείς χώροι μπροστά στη θάλασσα ωσάν να είμαστε στις αρχές της δεκαετίες του 1970. Το μετρό δεν θα φτάσει ούτε την επόμενη δεκαετία στον Παύλο Μελά, το fly over είναι μια ωραία μακέτα και ακόμη και αν γίνει δεν θα αφορά την δυτική πλευρά της πόλης. Τέλος οι προνοιακές δομές και τα νοσοκομεία μας είναι από την εποχή που κυβερνούσε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Άλλωστε τα περισσότερα σημαντικά έργα στην πόλη από την δική μας παράταξη έγιναν.