Οι πρόσφατες αποφάσεις για την Κύπρο ανοίγουν ένα ακόμη τεράστιο θέμα στον Ευρωπαϊκό Χρηματοοικονομικό τομέα, καθώς μετά το «πρωτόγνωρο» κούρεμα των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (PSI), έρχεται το κούρεμα των καταθέσεων. Όμως πως φαίνονται αλήθεια οι Ευρωπαϊκές πολιτικές πάνω σε αυτό;
Αν από τη πλευρά της «Γερμανικής σκέψης» χρειαζόταν να αιτιολογήσουμε τις αποφάσεις της Ευρώπης, θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε τον «εργατικό Γερμανό» με ένα βιομηχανικό εργάτη που ξαφνικά εισέρχεται σε μια συνάθροιση αριστοκρατών, όπου όλοι με τους «καλούς» τους τρόπους, μιλάνε με μειλίχια ηρεμία μεταξύ τους λέγοντας: “Κύριοι, το χρηματοοικονομικό μας σύστημα επτώχευσε”, πίνοντας όμως ταυτόχρονα τα ακριβότερα ουίσκι του κόσμου.
Ο βιομηχανικός εργάτης δεν ξέρει όμως από καλούς τρόπους, ούτε θέλει να μάθει: στη διάρκεια της σύντομης δεκαετίας του 2000 (2000-2008) μόχθησε, στερήθηκε και αποταμίευσε περισσότερο απ΄ όλους, αλλά συνεχώς έβλεπε τα κέρδη του να τα μοιράζεται με τους «εξυπνάκηδες» Αγγλοσάξωνες που έβρισκαν πάντα τρόπο και “καπέλωναν” τη δουλειά του μέσω του χρηματοοικονομικού συστήματος, πετυχαίνοντας υπερκέρδη. Η αποθέωση των Αγγλοσαξώνων ήταν ότι κατάφεραν να πουλήσουν στους αποταμιευτές Γερμανούς κάποια από τα σάπια χαρτιά τους (subrimes και άλλες τιτλοποιήσεις απίθανων χρηματοοικονομικών εφευρέσεων), οδηγώντας τους τελικά σε υψηλότατες ζημίες.
Όμως, φυσικά, δεν οφείλουμε να δικαιολογήσουμε, αλλά να κατανοήσουμε τη στρατηγική της Γερμανίας, ως βασικό πρώτο βήμα τακτικής αντιμετώπισής της. Οφείλουμε εμείς, ως χώρα, ανήκοντας στο τόξο του Νότου, με τις τακτικές μας επιλογές να προβλέψουμε και να προετοιμαστούμε για μελλοντικές καταστάσεις. Ακόμη και εάν ένας από τους στρατηγικούς στόχους των Γερμανών είναι να ανατρέψουν την ραντιέρικη και καζινοποιημένη αντίληψη του υπάρχοντος χρηματοοικονομικού συστήματος, οδηγώντας σε πιο παραγωγικές μορφές τοποθέτησης του χρήματος, αυτό παραμένει εικασία. Ίσως, επίσης, -ως ακόμη μία εικασία- ο στόχος των Γερμανών να απέχει πόρρω από τη στρατηγική διάλυσης της Ευρωζώνης: όμως και σε αυτό οφείλουμε να αντιπαραθέσουμε τη δική μας στρατηγική.
Σε έναν κόσμο 7 δισεκατομμυρίων ανθρώπων με ιλιγγιώδεις ρυθμούς μεταφοράς πλούτου από τη Δύση εως την Ανατολή, η θελκτικότητα του Γερμανικού Μάρκου ως αποθεματικού νομίσματος, ενός κράτους 80 εκατομμυρίων, θα ήταν εφάμιλλη της θελκτικότητας της Βρετανικής στερλίνας των 60 εκατομμυρίων κατοίκων. Δηλαδή μικρή, σε αντίθεση με ένα ενιαίο ΕΥΡΩ της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ευρωπαίων, που δημιουργώντας μια τεράστια ζώνη συναλλαγών θέτει τις βάσεις για να γίνει αποθεματικό και συναλλακτικό νόμισμα διεθνώς.
Όμως παρά την πρώτη προσπάθεια αποτίμησης της στρατηγικής στόχευσης των «παραγωγών πλεονασμάτων της Ευρώπης», εμείς οφείλουμε να αντιπαραθέσουμε την παραγωγή πολιτικών για την ευρώπη της ευημερίας, της αλληλεγγύης και της συνοχής.
Και αυτό οφείλουμε να πράξουμε.